7ο Γυμνάσιο Αθηνών                                                                                                                                                                        


 

 

Παντελής Χορν

 

Ο Παντελής Χορν, γιος του Αυστριακού Δημητρίου Χορν και της Ματίνας Κουντουριώτη, εγγονής του Λάζαρου Κουντουριώτη, γεννήθηκε στην Τεργέστη στα 1881. Ήταν παιδί 7-8 ετών όταν η οικογένεια του εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα. Ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση της μητέρας του έγινε ναυτικός παρ’ όλο που ποτέ του δεν αγάπησε τη θάλασσα. Το 1899 αποφοίτησε από τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων ως σημαιοφόρος και υπηρέτησε στο Πολεμικό Ναυτικό μέχρι το 1919, οπότε μετετάγη στο Λιμενικό Σώμα. Αποστρατεύθηκε το 1926 με το βαθμό του υποναυάρχου. Σημαντικότερες στιγμές της καριέρας του ως αξιωματικού: η συνυπογραφή του πρωτοκόλλου για τη σύσταση του Στρατιωτικού Συνδέσμου (4 Ιουλίου 1909), η κατάληψη της νήσου Ίμβρου (1912) και η προσχώρηση στο κίνημα του Βενιζέλου (1916).

Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε δημοσιεύοντας στο Νουμά ένα μονόπρακτο ποιητικό δράμα, τον Ξένο (1906) και λίγους μήνες αργότερα έγινε γνωστός με το σκάνδαλο που δημιούργησε το τρίπρακτο Ανεχτίμητο, για κάποιες τολμηρές φράσεις του. Καθιερώνεται οριστικά, νεότατος, με την παράσταση των Πετροχάρηδων (1908). Από τότε και για τριάντα χρόνια έμεινε συνεχώς στο προσκήνιο της θεατρικής ζωής παρουσιάζοντας στη σκηνή πάνω από τριάντα έργα. Από αυτά σήμερα σώζονται εννέα πολύπρακτα (Το Ανεχτίμητο – 1906, Οι Πετροχάρηδες – 1908, Μελάχρα – 1909, Το Φιντανάκι – 1921, Η Νταλμανοπούλα – 1923, Ο Σέντζας – 1925, Φλαντρώ – 1925, Το Μελτεμάκι – 1927 και Ζωή και παραμύθι – 1937), καθώς και τέσσερα μονόπρακτα (Ο Ξένος – 1906, Το τίμιο σπίτι – 1908, Ο Πρόξενος – 1931, Η Εύα -1931/32). Από τα υπόλοιπα, χαμένα πια, έργα του σημειώνουμε τα δράματα Η Παναγία η Κατηφορίτισα (1915), Το Μαύρο Καράβι (1917), Σταθμός (1929), Δεν αγαπάμε τον ίδιο (1934) και τις κωμωδίες Ψωροκώσταινα (1927) και Σιγανοπαπαδιές (1929). Τα έργα του πρόσφεραν ρόλους στα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού θεάτρου. Η Κυβέλη, η Μαρίκα Κοτοπούλη, ο Θωμάς Οικονόμου, ο Αιμίλιος Βεάκης, ο Βασίλης Αργυρόπουλος, η Αλίκη, η Κατερίνα συγκαταλέγονται στους «πρώτους διδάξαντες» τα έργα του Χορν.

Η δραματουργία του Χορν παρουσιάζει τέτοια πολυμορφία που καθιστά σχεδόν αδύνατη την ταξινόμηση της. Ο Χορν ασχολήθηκε με πολλά θεατρικά είδη (κοινωνικό και πατριωτικό δράμα, κωμωδία ηθών και χαρακτήρων, σάτιρα, αισθηματική κομεντί), και δέχτηκε ποικίλες επιδράσεις (αρχικά του Νίτσε και του Ίψεν, του συμβολισμού και του νατουραλισμού, αργότερα του Πιραντέλο αλλά και του σύγχρονου του ψυχολογικού δράματος). Παράλληλα, ωστόσο, έμεινε πάντα πιστός στην πρόθεση του να αντλήσει στοιχεία τόσο από την ελληνιική παράδοση όσο και από το σύγχρονο του ελληνικό, αστικό και επαρχιακό περιβάλλον, δημιουργώντας έτσι έργο με προσωπικό ύφος. Κύριοι θεματικοί άξονες του έργου του είναι ο έρωτας, η ανθρώπινη μοίρα και η κοινωνική διάβρωση, θέματα που αναπτύσονται με ρεαλιστική αλλά και μελοδραματική συγχρόνως διάθεση και συχνά με τρόπο αντιφατικό. Ο Χορν υπήρξε συγγραφέας ιδιοφυής όσον αφορά στη δημιουργία δραματικών καταστάσεων και συγκρούσεων, υστερούσε όμως στο επίπεδο της ποιότητας του λόγου και της ιδεολογικής διαύγειας. Αξιολογότερες στιγμές της δραματουργίας του αποτελούν το κοινωνκό δράμα Φιντανάκι και η αισθηματική κομεντί Μελτεμάκι, έργα που συνέβαλαν στη δημιουργία κάποιας παράδοσης στα είδη τους και επέζησαν μέχρι σήμερα στο ρεπερτόριο του νεοελληνικού θεάτρου∙ επίσης ο σημαντικός Σέντζας που μετά το σκάνδαλο που δημιούργησε στην εποχή του για το τολμηρό του θέμα παρέμεινε στην αφάνεια.

Ο Π.Χορν ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία και ιδιαίτερα με το χρονογράφημα από το 1921 μέχρι το 1937. Με τα ψευδώνυμα Μώμος, Συντάκτης, Εργολάνος αλλά και επωνύμως συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Ελεύθερος Λόγος, Ελεύθερον Βήμα, Εσπερινή, Εμπρός, Βραδυνή κ.ά. Δημοσίευσε επίσης διηγήματα και μυθιστορήματα σε εφημερίδες και περιοδικά χωρίς όμως λογοτεχνικές αξιώσεις.

Παδιά του Π. Χορν είναι ο εκδότης Γιάννης Χορν και ο μεγάλος ηθοποιός Δημήτρης Χορν.

Πέθανε στην Αθήνα, στα 1941.